γεια σας φιλαράκια μου!!!

Γεια σας φιλαράκια μου!!!

παρακαλώ, όποιος επιθυμεί να δανειστεί τις φωτογραφίες μου, να επικοινωνήσει πρώτα μαζί μου. Έχω χόμπυ την φωτογράφια και φωτογραφίζω με μια
CANON 550D, χωρίς να έχω ιδιαίτερες γνώσεις φωτογράφησης. Να τονίσω ότι δεν είμαι επαγγελματίας φωτογράφος και ότι βγάζω φωτογραφίες εντελώς και μόνο για την ευχαρίστηση μου.

Τρίτη 19 Ιουνίου 2012

ΣΤΗΛΕΣ ΑΠΟΛΛΩΝΙΟΥ ΔΙΟΣ ΣΤΟ ΛΟΦΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ - ΡΟΔΟΣ



ΚΑΛΗ ΚΑΙ ΧΑΡΟΥΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΜΕ ΜΙΑ ΥΠΕΡΟΧΗ ΑΝΑΤΟΛΗ





ΜΙΑ ΙΣΤΟΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΠΑΙΔΕΙΑ !!!



Η ΚΥΡΙΑ ΤΖΟΒΑΝΝΑ ΚΑΙ Ο ΜΑΝΟΣ

Μια εμπνευσμένη ιστορία - πώς μια δασκάλα έμαθε πώς αυτή θα μπορούσε να διδάξει σωστά τους μαθητές της. Η διδασκαλία περιλαμβάνει πιο πολλά από το να διδάσκεις μόνο ανάγνωση, γραφή και αριθμητική.



Καθώς στεκόταν μπρος στην τάξη της την Ε' δημοτικού, την πρώτη ημέρα του σχολείου η κυρία Τζοβάννα είπε στα παιδιά ένα ψέμα. Όπως οι περισσότερες δασκάλες, κοίταξε τους
μαθητές της και είπε ότι τους αγαπούσε όλους το ίδιο.

Αλλά αυτό ήταν αδύνατον, διότι εκεί στην μπροστινή σειρά, βυθισμένο στο κάθισμά του ήταν ένα μικρό αγόρι, ο Μάνος Μανούσας... Η κυρία Τζοβάννα είχε παρακολουθήσει τον Μάνο την προηγούμενη χρονιά και είχε προσέξει ότι ο Μάνος δεν έπαιζε καλά με τα άλλα παιδιά. Τα ρούχα του ήταν τσαλακωμένα. Πάντα φαινόταν ότι χρειαζόταν μπάνιο. Και ο Μάνος μπορούσε να είναι πολύ δυσάρεστος.



Στο σχολείο που δούλευε η κυρία Τζοβάννα έπρεπε να επιθεωρήσει του κάθε μαθητού το ιστορικό. Άφησε του Μάνου το ιστορικό να το διαβάσει τελευταίο. Όταν όμως διάβασε το ιστορικό που έγραφαν οι προηγούμενες δασκάλες έμεινε έκπληκτη!

Η δασκάλα της Α' δημοτικού έγραφε: «Ο Μάνος είναι ένα φωτεινό παιδί με έτοιμο πάντα το χαμόγελο. Κάνει τις εργασίες του σωστά και προσεγμένα, και έχει καλούς τρόπους. είναι χαρά να τον έχουμε κοντά μας».

Η δασκάλα της Β' δημοτικού έγραφε: «Ο Μάνος είναι άριστος μαθητής. Αγαπητός από τους συμμαθητές του, αλλά φαίνεται προβληματισμένος εξ αιτίας της μητέρας του που έχει μια ανίατη ασθένεια, η ζωή στο σπίτι θα είναι δύσκολη».

Η δασκάλα της Γ' δημοτικού έγραφε: «Ο θάνατος της μητέρας του ήταν πολύ σκληρός και οδυνηρός για αυτόν. Προσπαθεί να κάνει καλά τις εργασίες του, αλλά ο πατέρας του δε δείχνει πολύ ενδιαφέρον. Η ζωή του σπιτιού σύντομα θα τον επηρεάσει εάν δε παρθούν ορισμένα μέτρα».

Η δασκάλα της Δ' δημοτικού έγραφε: «Ο Μάνος έχει αποσυρθεί και δεν δείχνει ενδιαφέρον για το σχολείο. Δεν έχει πολλούς φίλους και πολλές φορές κοιμάται στην τάξη».



Διαβάζοντας όλα αυτά η κυρία Τζοβάννα κατάλαβε το πρόβλημα και ντράπηκε πολύ για τον εαυτό της. Αισθάνθηκε ακόμη χειρότερα, όταν οι μαθητές της της έφεραν χριστουγεννιάτικα δώρα. Όλα ήταν διπλωμένα σε πολύχρωμα χαρτιά με ωραίους φιόγκους, εκτός από του Μάνου. Το δώρο του ήταν άγαρμπα διπλωμένο σε μια καφετιά χοντρή σακούλα του μανάβη. Η κυρία Τζοβάννα δυσκολεύτηκε να το ανοίξει εν μέσω των

άλλων δώρων. Μερικά παιδιά άρχισαν να γελάνε όταν έβγαλε από τη σακούλα ένα βραχιόλι που λείπανε μερικές από τις ψεύτικες αδαμάντινες χάντρες και ένα μπουκάλι ένα τέταρτο γεμάτο άρωμα. Αλλά έπνιξε τα γέλια των μαθητών καθώς είπε θαυμαστικά πόσο όμορφο ήταν το βραχιόλι φορώντας το στο χέρι της και βάζοντας μερικές σταγόνες στον καρπό του χεριού της.



Ο Μάνος έμεινε λίγο παραπάνω στο σχολείο στο σχόλασμα για να πει «κυρία Τζοβάννα σήμερα μυρίζατε όπως ακριβώς μύριζε η μαμά μου». Όταν έφυγαν τα παιδιά έκλαιγε για περίπου μισή ώρα. Από εκείνη την ημέρα η κυρία σταμάτησε να διδάσκει ανάγνωση, γραφή και αριθμητική. Έδειχνε ιδιαίτερη προσοχή στο Μάνο. Καθώς δούλευε μαζί του το μυαλό του ζωντάνευε. Όσο πιο πολύ τον ενθάρρυνε τόσο πιο γρήγορα ανταποκρινόταν. Έως το τέλος του χρόνου ο Μάνος είχε γίνει ένα από τα πιο έξυπνα παιδιά της τάξης του, και παρόλο το ψέμα ότι θα αγαπούσε όλα τα παιδιά το ίδιο η κυρία Τζοβάννα ευνοούσε τον Μάνο ιδιαίτερα.

Μετά από ένα χρόνο βρήκε ένα σημείωμα κάτω από την πόρτα της. Ήταν από τον Μάνο. Της έλεγε ότι ακόμη ήταν η καλύτερη δασκάλα που είχε ποτέ στη ζωή του. Πέρασαν έξι χρόνια πριν πάρει άλλο σημείωμα από τον Μάνο. Της έγραφε ότι τελείωσε το Λύκειο και ήταν τρίτος στην τάξη του, και ότι ακόμη ήταν η καλύτερη δασκάλα που είχε ποτέ στη ζωή του.



Μετά τέσσερα χρόνια πήρε άλλο ένα σημείωμα που της έλεγε ότι παρόλο που τα πράγματα ήταν αρκετά δύσκολα κατάφερε να επιμείνει και να συνεχίσει τις σπουδές του, και ότι σύντομα θα αποφοιτούσε από το πανεπιστήμιο με τις μεγαλύτερες διακρίσεις. Την διαβεβαίωνε ότι αυτή ήταν η πιο αγαπητή δασκάλα που είχε σε όλη του την ζωή.

Πέρασαν ακόμη τέσσερα χρόνια και έφτασε ακόμα άλλο ένα γράμμα. Αυτή τη φορά εξηγούσε ότι αφού πήρε το δίπλωμά του αποφάσισε να προχωρήσει πιο πολύ και να κάνει διδακτορικό. Στο γράμμα εξηγούσε ότι αυτή παρέμεινε η πιο καλή και αγαπητή δασκάλα που είχε ποτέ στη ζωή του. Μα τώρα το όνομά του ήταν πιο μακρύ Dr. Εμμανουήλ Σ. Μανούσος.

Η ιστορία δεν τελείωνε εκεί. Υπήρξε ακόμη ένα γράμμα εκείνη την άνοιξη. Ο Μάνος της ανακοίνωνε ότι είχε γνωρίσει μια υπέροχη κοπέλα την οποία θα παντρευόταν. Της εξηγούσε ότι ο πατέρας του είχε πεθάνει πριν μερικά χρόνια και αναρωτιόταν αν θα συμφωνούσε να παραβρεθεί στο γάμο και να καθόταν στη θέση της μητέρας του γαμπρού. Βεβαίως η κυρία Τζοβάννα δέχτηκε. Μαντέψτε! Στο γάμο φορούσε εκείνο το βραχιόλι που της είχε δωρίσει κάποια Χριστούγεννα - χρόνια πίσω. Ναι, εκείνο το βραχιόλι που έλειπαν οι αδαμάντινες πέτρες. Και βεβαιώθηκε ότι φορούσε το ίδιο άρωμα που θυμόταν ότι φορούσε η μητέρα του Μάνου στα τελευταία τους Χριστούγεννα μαζί.



Όταν συναντήθηκαν αγκαλιάστηκαν με στοργή. Ο κύριος Μανούσος ψιθύρισε στο αυτί της κυρίας Τζοβάννας «Σας ευχαριστώ κυρία Τζοβάννα που πιστεύατε σε μένα. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ που με κάνατε να νιώθω σπουδαίος και μου δείξατε πως εγώ μπορούσα να διαφέρω».

Η κυρία Τζοβάννα με δάκρυα στα μάτια ψιθύρισε: «Μάνο μου λάθος κατάλαβες. Εσύ ήσουν που δίδαξες σε εμένα πώς να διαφέρω. Δεν ήξερα πώς να διδάσκω μέχρι που σε γνώρισα»



δανεισμένο από την Κα Ευτυχία Στασινοπούλου

Κυριακή 17 Ιουνίου 2012

Μήπως να καταργήσουμε το μάθημα της Ιστορίας, μπας και συνέλθουμε;

Όταν τελείωσε η σχολική περιπέτεια και η βάσανος των πανελλαδικών, οι περισσότεροι συμμαθητές μου ουδέποτε ασχολήθηκαν περαιτέρω με την ιστορία και τα συναφή της θέματα. Ουδείς ψόγος, γιατί διαφορετικές οι προτεραιότητες του κάθε ανθρώπου, ειδικά σε τέτοιες ηλικίες. Και διαφορετικά τα ενδιαφέροντά του. Επειδή, λοιπόν, ο Θωμάς Μαύρος είχε κρεμάσει τα παπούτσια, άρχισα να μελετάω ιστορία. Στην αρχή από συνοπτικά συγγράματα. Αργότερα από πιο σύνθετα ιστορικά έργα, και τέλος από τη μόνη πηγή που μπορεί κανείς να σχηματίσει άποψη. Από τις πρωτότυπες πηγές. Διαπίστωσα λοιπόν, όπως και τόσοι άλλοι πριν από μένα, ότι άλλο αυτά που μας ψευτομαθαίνανε στα σχολειά, κι άλλο η πραγματικότητα. Χώρια που η λογοτεχνία την οποία επίσης δε μας διδάσκανε σωστά στο σχολείο, επιβεβαίωνε τις υποψίες μου.
Οι πιο πολύ πιστεύουν, π.χ., ότι η επανάσταση του 1821 ξεκίνησε έτσι ξαφνικά, από μια χούφτα τρελλούς αρματωλούς που κάθονταν σε μια ραχούλα και τους την έδωσε επειδή ο Σουλτάνος ήταν τύρρανος και τους τσαλαπάτησε το εθνικό φιλότιμο. Ρε παιδιά δεν κάνουμε μια επανάσταση να τελειώνουμε με δαύτονε; Και πότε να την ορίσουμε καπετάνιο; Του Βαγγελισμού στις 25! Άλλοι πιστεύουν επίσης ότι λ.χ. ο Ρήγας, εκτός απ’ το πιο δυνατό χαρτί στην τράπουλα, ήταν κι ένας τύπος από τη Θεσσαλία που έγραφε ποιήματα και Θούρια κάπου στη Βιέννη. Κι επειδή δεν αρέσανε στους Αυστριακούς τον πνίξανε στο Δούναβη. Και η ιστορία του σχολειού πεταγότανε σαν αητόπουλο από τα Δεβενάκια, στο Μανιάκι. Τσιμουδιά για τα ενδιάμεσα.
Το ίδιο γινότανε και με την αρχαία Ιστορία. Όλοι θαυμάζουνε το Λεωνίδα και θέλουνε να γίνουν σαν κι αυτόν επειδή έπεσε τοις κείνων ρήμασι. Δεν αναρωτήθηκε ποτέ κανείς ότι ναι μεν οι Σπαρτιάτες έπεσαν αλλά οι Πέρσες πέρασαν. Ποιος ήταν ο στρατηγικός στόχος της εκούσιας θυσίας. Η αναπτέρωση του ηθικού; Παραμύθια. Χρόνο ήθελαν να κερδίσουν οι άνθρωποι για να δουν πως θα συνασπισθούν με τους υπόλοιπους για να αντιμετωπίσουν τον υπέρτερο εχθρό. Όσο για το ελληνικό πνεύμα αντίστασης, αποσιωπάται το γεγονός ότι η μισή Ελλάδα είχε μηδίσει και ότι απέναντι από τους Αθηναίους στις Πλαταιές ήταν Θηβαίοι. Και πως οι εθνικά υπερήφανοι Σπαρτιάτες έκλεισαν τη διαβόητη Ανταλκίδειο Ειρήνη, 150 χρόνια αργότερα;
Και βέβαια, με τα μέτρα της εποχής, οι ελληνικές πόλεις κράτη, ιδίως η Αθήνα και η Σπάρτη, ήταν κράτη πανίσχυρα, οργανωμένα με βαθείς εμπεδωμένους θεσμούς, με πολιτεύματα που λειτουργούσαν.  Και με οπλίτες-πολίτες που πολεμούσαν ακατάπαυστα. Όχι σαν τους δικούς μας τους κουραμπιέδες.
Τέλος αν ρωτήσετε ένα μέσο Έλληνα ποιος είναι ο Εφιάλτης θα σας απαντήσει αυθόρμητα ο προδότης που πρόδωσε τους Σπαρτιάτες. Καμμία νύξη για τον Εφιάλτη, τον μέντορα του Περικλή, ο οποίος επέφερε σημαντικές βελτιώσεις στη λειτουργία της Αθηναϊκής πολιτείας. Ποιος είπατε ότι ήταν ο αρχηγός των Θεσπιέων; Δεν σας ακούω. Μάνα δεν τους έκανε κι εκείνους; Ή το δικό τους αίμα ήτανε λιγότερο ελληνικό;
Για να μην αναφερθούμε στην ιστορική περίοδο της Ρωμανίας γιατί εκεί θα χάσουμε τη μπάλλα (και την ανάρτηση!).
Φλυάρησα και πρέπει να καταλήξω. Η φολκλορική αντίληψη της εθνικής μας Ιστορίας οδηγεί σε απλουστεύσεις οι οποίες δημιουργούν στο συλλογικό υποσυνείδητο φανταστικές καταστάσεις. Θαρρεί, λοιπόν, κάποιος ότι επειδή ο Λεωνίδας τάβαλε με τον Ξέρξη αφού ήτανε μάγκας και επειδή είχε παλληκάρια σαν το Διηνέκη, θα φορέσει κι αυτός τα φυσεκλίκια, θα πιάσει τ’ άρματα και θα κατατροπώσει ναούμε τους εχθρούς της πατρίδος άμα λάχει. Αυτό δε σημαίνει ότι πρέπει να κάθεσαι να τρως τις φάπες του κάθε Τούρκου, Γερμανού, Αμερικανού, Κινέζου ή εξωγήινου. Για να μπορείς όμως να αρθρώσεις αντίσταση έναντι της επιβουλής οποιουδήποτε εξωτερικού εχθρού, πρέπει να έχεις φροντίσει από πριν να έχεις σοβαρή διοίκηση, σοβαρή παραγωγική διάρθρωση που θα σου εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση του πολέμου σου και ανθρώπους έτοιμους να πολεμήσουν, όχι στα λόγια, αλλά με έργα. Εκεί χρειάζεται η μελέτη της Ιστορίας για να μην επαναλαμβάνονται τα ίδια λάθη.
Όταν έχεις αφήσει να ληστεύουν την πατρίδα σου, που διατείνεσαι ότι αγαπάς και λατρεύεις, τα διάφορα λαμόγια, οι οργανωμένες ληστρικές μειοψηφίες, όταν ανέχεσαι να μολύνει ο συνάνθρωπός σου την ελληνική φύση, όταν ανέχεσαι την  οικοδομική αυθαιρεσία, όταν ανέχεσαι να σκοτώνονται στην πατρίδα σου 1500 συμπολίτες σου από τροχαία, όταν κάθεσαι σαν ηλίθιος και πληρώνεις 15 ευρά για να κάνεις μπάνιο στη θάλασσα και να πιεις ένα κακοφτιαγμένο καφέ, όταν τρέχεις όπου ακούς τζάμπα, όταν δε δηλώνεις στην εφορία τα απαιτούμενα και τα τρως στην παραλιακή με τα μωρά, όταν πιστεύεις ότι όλοι σου χρωστάνε επειδής ο Αριστοτέλης έδωκε τα φώτα στους Βησιγότθους κι ο Μιλτιάδης ναούμε έσωσε το Δυτικό πολιτισμό, και οι ρουφιάνοι οι Εγγλέζοι μας βάλανε να φαγωθούμε,  για αυτό κι αυτοί πρέπει να σου στέλνουνε ΜΟΠ, πακέτα Ντελόρ, επιδοτήσεις, κοινοτικά πλαίσια, ΕΣΠΑ, με συγχωρείς φιλαράκι αλλά αργά ξύπνησε ο πατριωτισμός σου.
Εσύ φιλαράκι είσαι ο εχθρός της πατρίδας και όχι ο Σόιμπλε. Τόσα χρόνια κρυβόσουνα στο πράσινο και στο γαλάζιο σκάφος. Σκαφάτος μικροκοτζάμπασης.
Σε θυμάμαι με τη Βραδυνή το 70, με την Αυριανή το 80, με το Νίτρο το 90, με τον Επενδυτή το 2000.
Σε θυμάμαι στα αμφιθέατρα να ζητάς υπογραφή ψηφισμάτων για τη Νικαράγουα και μετά να διορίζεσαι στο ΥΠΕΧΩΔΕ σύμβουλος του υπουργού.
Σε θυμάμαι να τρώς τα λεφτά των συγχωριανών σου στο συναιτερισμό. Κοινωνιστή μου!
Σε θυμάμαι στις εκκλησίες να κάνεις μεγάλους σταυρούς και να προσεύχεσαι με κατάνυξη και κατόπιν να τρως το χωραφάκι του αδερφού σου με κατεργαριές. Χριστιανέ μου εσύ!
Σε θυμάμαι που έπαιξες την προίκα της γυναίκα σου στο χρηματιστήριο για να τα κονομήσεις. Και μετά ξαναψήφισες Σημίτη για να τα ξαναπάρεις πίσω! Πανέξυπνε!
Σε θυμάμαι να κηρύττεις υπέρ του συνδικαλισμού και να τα «βρίσκεις» από πίσω τον εργοδότη. Λαοπλάνε εργατοπατέρα!
Σε θυμάμαι να ανεβαίνεις την κοινωνική ιεραρχία, κάνοντας τη «διαφορά», πουλώντας μούρη στην Ελιά και στην Ψαρού. Επαρχιώτη κοσμοπολίτη!
Σε θυμάμαι στο πανηγύρι του χωριού να σκορπάς τα ευρώ στα κλαρίνα, βασιλιά της χαρτούρας. Φαντασμένε!
Σε θυμάμαι που δεν πήγες στη σχολική γιορτή του παιδιού σου γιατί είχες meeting με το Γενικό Διευθυντή για να πιάσεις τους στόχους για το μπόνους. Καριερίστα!
Σε θυμάμαι να διπλοπαρκάρεις στη μέση του δρόμου και να κλείνεις την κυκλοφορία για να κάνεις τη δουλειά σου. Ατομιστή!
Σε θυμάμαι να φωνάζεις για αυτούς τους άπλυτους που βρωμίσανε τη χώρα και να νοικιάζεις με το κεφάλι το δυαράκι στην Πατησίων. Υποκριτή!
Σε θυμάμαι να ωρύεσαι τη νύχτα των Ιμίων, εσύ που έβαλες βύσμα να υπρετήσεις στο Φρουραρχείο Αθηνών.Δειλέ!
Σε θυμάμαι Δεξιέ πατριώτη να πηγαίνεις στην Ανάσταση δώδεκα παρά δέκα με τη λαμπάδα Μπούρμπερυς και να φεύγεις δώδεκα και πέντε σαν τον κλέφτη να πας να περιδρομιάσεις μαγειρίτσα.
Σε θυμάμαι αριστερέ επαναστάτη Μεγάλη Παρασκευή να σουβλίζεις αρνί για να τη σπάσεις στους πιστούς που είναι με την αντιδραστική Δεξιά και τους φασίστες.
Σε θυμάμαι στο τμήμα private banking να κανονίζεις τις επενδύσεις σου από τα κλεμμένα και τώρα σου φταίνε οι τοκογλύφοι τραπεζίτες.
Σε θυμάμαι να κάνεις επανάσταση αγοράζοντας τα αυτοκίνητα με το σήμα της ειρήνης.
Σε θυμάμαι με τα σταυρωμένα ψηφοδέλτια στα χέρια να πηγαίνεις από σπίτι σε σπίτι για να βγάλεις τον εκλεκτό σου και τώρα μου το παίζεις Μπολιβάρ κατά του δικομματισμού που σε κορόιδευε.
Τώρα που το πάρτυ σου – το δικό σου πάρτυ – τελείωσε, την είδες αντάρτης της πορδής, επειδής να πούμε με το Μνημόνιο και η Δανειακή  εκχωρούμε την εθνική κυριαρχία μας, το γύρισες το Ροζ. Και θυμήθηκες το ΕΑΜ, τον Άρη και τους Κορυσχάδες, τον Κολοκοτρώνη και το Νικηταρά. Εσύ φίλε το έφερες το Μνημόνιο κι εσύ υπέγραψες τη Δανειακή. Και την πρώτη και τη δεύτερη.  Τη δικιά σου υπογραφή έχουν από κάτω. Φαρδιά, πλατιά. Άνευ όρων. Όχι επειδή τις προηγούμενες φορές ψήφισες ότι λεφτά υπάρχουν ή ότι θα επανιδρυθεί το κράτος. Όχι επειδή σε κορόιδεψαν οι πολιτικοί σου ηγέτες (που το κάνανε). Αλλά επειδή επί τόσα χρόνια εσύ και οι όμοιοί σου τρώγατε τις σάρκες αυτού του τόπου αφήνοντάς τον γυμνό κι ανυπεράσπιστο για να τα κονομήσετε. Και πας να τη σκαπουλάρεις πάλι, σκαλίζοντας την Ιστορία όπως σε συμφέρει, μπας και σώσεις τα προνόμια. Και μπορεί κα να τα καταφέρεις πάλι. Έχεις τρόπο!
Εσύ είσαι ο δικός μου ο  εχθρός μαζί με τους πολιτικούς σου προστάτες. Οποιουδήποτε χρώματος. Μη μου επικαλείσαι, λοιπόν, την Ιστορία αυτού του τόπου της οποίας δε αξίζεις να είσαι ούτε υποσημείωση παραρτήματος. Ούτε καν σχόλιο στο περιθώριο. Άστην ήσυχη.
Γι’ αυτό σας λέω. Μήπως να την καταργήσουμε την Ιστορία από τα σχολειά, μπας και συνέλθουμε;
Γιάννης φαίλτωρ
ΥΓ. Συγχωρήστε με για τη φλυαρία και για την «υπερβολική αυθαιρεσία» του τίτλου